umbellate$86197$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

umbellate$86197$ - translation to ελληνικό

A TYPE OF INFLORESCENCE, WITH A MONOPODIAL GROWTH HABIT, WHICH AT ANTHESIS IS COMPOSED OF PEDICELLATE FLOWERS ON A FIRST ORDER INFLORESCENCE AXIS WITH COMPRESSED INFLORESCENCE AXIS INTERNODES. APPEAR AS CLUSTERS ORIGINATING FROM A SINGLE POINT.
Umbels; Umbellule; Umbeliform; Umbellules; Umbellate; Umbelliform; Umbellet

umbellate      
adj. πετασώδης

Ορισμός

Umbellate

Βικιπαίδεια

Umbel

In botany, an umbel is an inflorescence that consists of a number of short flower stalks (called pedicels) that spread from a common point, somewhat like umbrella ribs. The word was coined in botanical usage in the 1590s, from Latin umbella "parasol, sunshade". The arrangement can vary from being flat-topped to almost spherical. Umbels can be simple or compound. The secondary umbels of compound umbels are known as umbellules or umbellets. A small umbel is called an umbellule. The arrangement of the inflorescence in umbels is referred to as umbellate, or occasionally subumbellate (almost umbellate).

Umbels are a characteristic of plants such as carrot, parsley, dill, and fennel in the family Apiaceae; ivy, Aralia and Fatsia in the family Araliaceae; and onion (Allium) in the family Alliaceae.

An umbel is a type of indeterminate inflorescence. A compressed cyme, which is a determinate inflorescence, is called umbelliform if it resembles an umbel.